ἀποσοβήσει

ἀποσοβήσει
ἀποσόβησις
scaring away
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
ἀποσοβήσεϊ , ἀποσόβησις
scaring away
fem dat sg (epic)
ἀποσόβησις
scaring away
fem dat sg (attic ionic)
ἀποσοβέω
scare away
aor subj act 3rd sg (epic)
ἀποσοβέω
scare away
fut ind mid 2nd sg
ἀποσοβέω
scare away
fut ind act 3rd sg
ἀ̱ποσοβήσει , ἀποσοβέω
scare away
futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic)
ἀ̱ποσοβήσει , ἀποσοβέω
scare away
futperf ind act 3rd sg (doric aeolic)
ἀποσοβέω
scare away
aor subj act 3rd sg (epic)
ἀποσοβέω
scare away
fut ind mid 2nd sg
ἀποσοβέω
scare away
fut ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • απόπεμπτος — ἀπόπεμπτος, ον (Α) 1. αυτός που διώχθηκε, που απομακρύνθηκε 2. αυτός που μπορεί κανείς να αποπέμψει, να αποσοβήσει …   Dictionary of Greek

  • τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… …   Dictionary of Greek

  • φαρμακερός — ή, ό, Ν 1. αυτός που περιέχει φαρμάκι («έχει νερά φαρμακερά», Ερωτόκρ.) 2. ιοβόλος, δηλητηριώδης 3. μτφ. α) (για πράγμ.) αυτός που προξενεί ψυχικό πόνο, ο ιδιαίτερα πικρός ή δηκτικός («φαρμακερά λόγια») β) (για το κρύο) δριμύς, διαπεραστικός γ)… …   Dictionary of Greek

  • Αλκιβιάδης — I (Αθήνα 452 – Γρύνιο Φρυγίας 402 π.Χ.).Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός. Δισέγγονος του Κλεισθένη, ανιψιός του Περικλή (ο οποίος μάλιστα τον κηδεμόνευε αρκετά χρόνια, γιατί o πατέρας του Κλεινίας είχε σκοτωθεί στη μάχη της Κορώνειας το 447 π.Χ.) …   Dictionary of Greek

  • Ζαβέρ Χαν — (6ος αι. μ.Χ.). Ηγεμόνας των Κουτριγούρων Ούννων, που κατοικούσαν γύρω από τη σημερινή Αζοφική θάλασσα. Το 559 ο Ζ.X. πέρασε τον Δούναβη και εισέβαλε στην περιοχή της Κάτω Μοισίας (Βουλγαρία) με σκοπό να λεηλατήσει τις ευρωπαϊκές επαρχίες του… …   Dictionary of Greek

  • Μαρξ, Καρλ — (Heinrich Karl Marx, Τριρ 1818 – Λονδίνο 1883). Γερμανός φιλόσοφος και οικονομολόγος, εβραϊκής καταγωγής. Υπήρξε συνιδρυτής, με τον Φρίντριχ Ένγκελς, του επιστημονικού σοσιαλισμού και της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας. Σπούδασε νομική, ιστορία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”